Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 5 Απριλίου 2012

Θυμούμαι πώς με αντίκρυσες την πρώτη
φορά ταράζοντάς μου την καρδιά·
δε σου ανθούσε την όψη η πρώτη νιότη,
δε φάνταζε η περήφανη ομορφιά,
μα κάποια κρύφια λάμπαζε ωραιότη 
καθρεφτισμένη σε απαλή ματιά·
ένιωσα: εμπρός μου σ' είχε η μοίρα στείλει
σαν ένα αργά φτασμένο θείο Απρίλη.


Και με άρπαξες, αλλά όχι όπως η μπόρα
την που διψά γι' αντάρες νέα ψυχή·
με δρόσισες καθώς δροσά τη χώρα
η καρπερή ανοιξιάτικη βροχή·
απλή και ταπεινή, μα πλουτοφόρα
σε μια ζωή ήρθες σκοτεινή, φτωχή,
την άνοιξες στον ήλιο, στη γαλήνη
που σε όσους αγαπά ο θεός τα δίνει.


Και κοντά σου περάσαν τόσα χρόνια, 
ευτυχισμένα πώς να μην τα πω;
αν είναι η αγάπη αθόλωτη κι η ομόνοια,
το βαθύ τους συ μ' έμαθες σκοπό,
αν η ζωή είναι αστείρευτη κι αιώνια,
τον πιο όμορφο τής χάρισες καρπό·
ω, μια ματιά σου μόνο ησυχασμένη
πόση μέσα σου αντάρα δε σωπαίνει!


Ευλογημένη ας είναι η ώρα, εμπρός μου
που σ' έβγαλε γλυκειά κι ευγενική·
γλυκό μυστήριο μού άνοιξες του κόσμου,
μια απολαμπίδα από χαρά θεϊκή·
σπόρος δικός σου ό,τι σαλεύει εντός μου,
χαρά δική σου ό,τι βλασταίνει εκεί·
ω, ας σε αφήση η μοίρα ως σ' έχει στείλει
κοντά μου πάντα αμάραντον Απρίλη.
                                                      
                                                        Κωσταντίνος Χατζόπουλος