Συνολικές προβολές σελίδας

Σάββατο 25 Φεβρουαρίου 2012

"Τελευταίο Σαββατοκύριακο της Αποκριάς· έτσι λέει το ημερολόγιο και έτσι πρέπει να είναι. Είναι; το τελευταίο; ή μήπως είναι ένα ακόμη μέσα στο πολλά τού έτους; Παλιότερα ήταν ένα ξέδωμα, μια έκρηξη χαράς, μια εκτόνωση. Φορούσες τη μουτσούνα, για να γίνεις άλλος, όχι ο καθημερινός· φορούσες τη μάσκα, την προσωπίδα, την περσόνα σου, το προσωπείο για να διαφοριστείς από το χτεσινό ή τον αυριανό εαυτό σου:
Τώρα, όμως, τα προσωπεία είναι καθημερινά. Όλοι κρύβονται κάθε μέρα πίσω από ένα προσωπείο. Προσωπείο χάρτινο, πέτσινο, λεκτικό, κομματικό, ιδεολογικό. Κανένας δεν δείχνει το πρόσωπό του. Ύστερα είναι η μόδα που μας κυρίευσε τον τελευταίο καιρό. Όλοι κουκουλώνονται. Οι ληστές σκεπάζουν τα πρόσωπά τους με γάζες, με κάλτσες, με τσουβάλια. Οπλοφορούν και σκεπάζονται. Η διαμαρτυρία, ακόμη και η δικαιολογημένη, φορά και αυτή την κουκούλα της, απεχθάνεται το γυμνό πρόσωπο. Λες και η αλήθεια, η πικρή και η μαύρη αλήθεια, χρειάζεται την κάλυψη του ψεύδους, για να γίνει πειστική.
Γι' αυτό έλεγε μήπως πρέπει να αντιστρέψουμε τα πράγματα. Μήπως από δω και πέρα, αρχίζοντας από σήμερα, στις Απόκριες να κυκλοφορούμε χωρίς τις καθημερινές μας μάσκες με γυμνά πρόσωπα, με την αλήθεια στο φως.  
Άλλοτε μια φορά το χρόνο ψευδόμαστε, υποκρινόμαστε πως είμαστε άλλοι. Μήπως τώρα που όλο τον χρόνο ψευδόμαστε και παριστάνουμε πως είμαστε κάτι άλλο από αυτό που μπορούμε και θέλουμε, πρέπει τις Απόκριες να μασκαρευόμαστε αυτό που είμαστε πραγματικά; Να αποκαλύπτουμε τον πραγματικό μας εαυτό, γυμνό και απροκάλυπτο; 
Έτσι κι αλλιώς η Δευτέρα που έρχεται Καθαρά δεν είναι. Δεν θα εγκαινιάσει καμιά νηστεία, καμιά αλλαγή στη ζωή, στη δίαιτα, στη συνείδηση. Θα είναι τόσο Καθαρά, όσο οι άλλες Δευτέρες που θα ακολουθήσουν. Ας συμπεριφερθούμε, λοιπόν, αυτό το Σαββατοκύριακο πεντακάθαρα, πρώτα με τον εαυτό μας. 
Χωρίς μάσκες. Άραγε έχουμε πρόσωπο;"
                                           Κ. Γεωργουσόπουλος


Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2012

Στην ψυχρή τού Μουσείου αίθουσα
την κλεμμένη, ωραία, κοιτώ
μοναχή Καρυάτιδα. 
Το σκοτεινό γλυκύ της βλέμμα
επίμονα εστραμμένο έχει
στο σφριγηλό τού Διονύσου σώμα
(σε στάση ηδυπαθείας σμιλευμένο)
που δυο βήματα μόνον απέχει. 
Το βλέμμα το δικό του έχει πέσει
στη δυνατή τής κόρης μέση. 
Πολυετές ειδύλλιον υποπτεύομαι
τους δυο αυτούς να 'χει ενώσει. 
Κι έτσι, όταν το βράδυ η αίθουσα αδειάζει
απ' τους πολλούς, τους θορυβώδεις επισκέπτες,
τον Διόνυσο φαντάζομαι
προσεκτικά απ' τη θέση του να εγείρεται
των διπλανών γλυπτών και αγαλμάτων
την υποψία μην κινήσει,
κι όλος παλμό να σύρεται
τη συστολή τής Καρυάτιδας
με οίνον και με χάδια να λυγίσει. 
Δεν αποκλείεται όμως έξω να 'χω πέσει. 
Μιαν άλλη σχέση ίσως να τους δένει
πιο δυνατή, πιο πονεμένη:
Τις χειμωνιάτικες βραδιές
και τις εξαίσιες του Αυγούστου νύχτες
τούς βλέπω,
απ' τα ψηλά να κατεβαίνουν βάθρα τους,
της μέρας αποβάλλοντας το τυπικό τους ύφος,
με νοσταλγίας στεναγμούς και δάκρυα
τους Παρθενώνες και τα Ερεχθεία που στερήθηκαν
στη μνήμη τους με πάθος ν' ανεγείρουν.
                      
                                       "Βρετανικό Μουσείο" (Ελγίνου Μάρμαρα), Κική Δημουλά




Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2012

     Το ίδιο ερώτημα σβήνει στα μάτια μας, όταν τυχαία συναντηθούμε στο δρόμο... μ' αντιπερνάμε χωρίς καμιά δύναμη να πάρουμε το δρόμο που αφήσαμε πίσω μας... Γυρνώ μονάχα και τον κοιτάζω πάντα το δρόμο που αφήσαμε. Είναι μακρύς, σκοτεινός, γεμάτος δυσκολίες και φρίκη... είναι τόσο μακρύς, τόσο δύσκολος... κι όμως -θεέ, συχώρεσέ με- θα τον έπαιρνα με την καρδιά γεμάτη δάκρυα και μεταμέλεια... Με την καρδιά δεμένη με τα σίδερα τής αμαρτίας θα ξεκινούσα να σ' εύρω, μοναδική κι αξέχαστή μου αγάπη...
     Δεν έχω τίποτε άλλο στη ζωή μου τόσο γλυκό, τόσο όμορφο που θα μου δικαιώνει τη ζωή, κι ο θεός θα με συχωρούσε... θα με συχωρούσες και συ, φίλε, που γεύομαι στης άδολης χαράς σου το ποτήρι βέβηλα... ανόσια... θα με συχωρούσες... το ξέρω...
     Γυρνώ κι αναμετρώ το δρόμο πάντα. Γύρισε προς 'μένα το κεφάλι στην άκρη εκεί που βρίσκεσαι, κι ούτε ένα βήμα μην κάνεις εσύ στο δρόμο τής αμαρτίας, θα πάρω μόνη μου στις αχαμνές μου πλάτες το φορτίο και θάρθω... μοναχά βλέπε με, καθώς θάρχομαι, μην πάρεις τα μάτια σου από μένα και πνιγώ μέσ' στο σκοτάδι...
     Δεν θέλω τίποτε άλλο, μόνο να φτάσω, να σταθώ κοντά σου, τόσο που φτάνει για να ιδώ... να ιδώ το πρώτο βλέμμα σου, εκείνο που μού 'ριχνες σαν έφτανα... τις μικρούλες όλες εκείνες ρυτίδες στο πρόσωπό σου... ώ, ξέρω καλά πώς η καθεμιά τους γίνεται... να ιδώ... να ιδώ το χαμόγελό σου -πώς είναι όλα τους στο λογικό μου εδώ γραμμένα- να ιδώ τα χέρια σου ν' απλώνονται σε μένανε να με αγκαλιάσουν... να ιδώ... να νιώσω το φίλημά σου...
     Εδώ είμαι και καρτερώ, σε βλέπω, μη φύγεις, στρέψε την όψη σου από δω... μη με αρνηθείς, θα ζήσω στην πιο άχαρη ζωή χωρίς εσένα. Βλέπω μπροστά μου δροσερά λουλούδια ν' ανθούν για μένα κι όμως δεν τα θέλω και δεν τα χαίρουμαι. Έλα εσύ και στρώσε με αγκάθια το δρόμο να πατήσω να χυθεί στάλα τη στάλα όλο μου το αίμα και να σβήσω μπροστά σου, μισημένη από σε τον ίδιον κι ίσως περιφρονημένη.
     Μα δε γυρνάς καθόλου... ποιος να ξέρει σε τι ευτυχίας με σκέφτεσαι λιμάνι και δεν τολμάς... ποιος ξέρει πάλι αν έχει ξανανθίσει εσέ η καρδιά σου κι ολότελα με ξέχασες...
     Εδώ είμαι και καρτερώ να στρέψεις την όψη σου σε μένα... ρέει το δάκρυ απ' τα φτωχά μου μάτια νύχτα-μέρα... Τριγύρω μου φαρμακερά θ' ανθίσουν λουλούδια... θα υψωθούνε να με ζώσουν και θα πνιγώ απ' αυτά, πέρα κρυμμένη πάντα. Κι απ' τα δικά σου μάτια... μείνε!
                                                 
                                                                                                                 Από το ημερολόγιο της Μ. Πολυδούρη



Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2012

Τι ν' απόγινε άραγε
εκείνος ο θορυβοποιός 
τής νύχτας
Καβάλα στο μηχανικό του ζώο
να κραδαίνει την άσφαλτο
Χωρίς φρένο
Να παίζει ώρα ύπνου
με τις φρένες μας
εδώ μέσα
στο σακατεμένο κρανίο


Προχτές το μεσονύχτι
που κοίταζα απ' το παράθυρό μου
το νέο φεγγάρι
άκουσα θόρυβο παράξενο
να 'ρχεται από ψηλά
και μου φάνηκε πως τον είδα
ένας άγγελος πάνω στη μοτοσικλέτα
να διασχίζει τους δρόμους τ' ουρανού
κι απ' το σπασμένο καθρεφτάκι του
να με κοιτάζει περίλυπος


Βγάλε μου σε παρακαλώ 
μια ωραία φωτογραφία
να τη στείλω στο κορίτσι μου
έτσι απάνω στη μοτοσικλέτα μου
με το ένα χέρι στο χειρόφρενο
το άλλο να σιάζει τα σγουρά μαλλιά μου
Θέλω να φαίνεται καλά
το καινούριο μου πέτσινο
το σιδερένιο κράνος
Να διακρίνεται προπάντων
ο ίλιγγος στο πρόσωπό μου
κι εκείνο τού θανάτου
το αναπόφευκτο.
                                 
                           "Ο μοτοσικλετιστής", Μ. Κέντρου-Αγαθοπούλου



Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2012

"Όταν γυρίσω, θα γυρίσω με τα ρούχα και τ' όνομα ενός άλλου. Κανείς δε θα με γνωρίσει. Κι αν δε θα με γνωρίσεις και πεις "δεν είσαι εσύ", θα σου δώσω σημάδια, να πιστέψεις. Τη λεμονιά στον κήπο σου. Το ακρινό παράθυρο που μπάζει το φεγγάρι. Κι ακόμα, σημάδια τού κορμιού και της αγάπης. Κι όταν ανεβούμε τρέμοντας στο παλιό δωμάτιο, ανάμεσα σ' ένα αγκάλιασμα κι ένα άλλο, ανάμεσα σ' ένα κάλεσμα κι ένα άλλο, θα σου διηγούμαι το "ταξίδι", όλη νύχτα, κι όλες τις νύχτες που θα 'ρθουν. Ανάμεσα σ' ένα αγκάλιασμα κι ένα άλλο, ανάμεσα σ' ένα κάλεσμα κι ένα άλλο, όλη την καθημερινή περιπέτεια, την περιπέτεια που ποτέ δεν τελειώνει".
                                                                                                    Θ. Αγγελόπουλος, "Το βλέμμα τού Οδυσσέα" 




Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2012

Δεν είναι πίστη, όταν τ' απόβραδο
προσμένεις να προβάλουν τ' άστρα,
και με του πετεινού το λάλημα
να φέξει η αυγή ροδογελάστρα.

Πίστη έχεις, όταν -όσο αλόγιστο
και πλάνο ο νους σου κι αν το ξέρει-
προσμένεις ήλιο τα μεσάνυχτα
κι αστροφεγγιά το μεσημέρι.
                                                 
                                                  Γ. Δροσίνης


Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2012


- Αντίο, είπε!
- Αντίο, είπε η αλεπού! Να το μυστικό μου! Είναι πολύ απλό:                                                                             μόνο με την καρδιά βλέπεις καλά! Την ουσία τα μάτια δεν τη βλέπουν!
- Την ουσία τα μάτια δεν τη βλέπουν, επανέλαβε ο μικρός πρίγκιπας, για να το θυμάται!
                                                                                     "Ο μικρός πρίγκιπας" τού Antoine de Saint Exupery



Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2012

"Tα σπλάχνα μου κι η θάλασσα ποτέ δεν ησυχάζουν!"
                                                                            Δ. Σολωμός




Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2012

"Εάν μου κάμης αυτό το καλό", είπεν επί τέλους, "θα γενώ σκλάβα σου, 
να σκουπίζω το κατώφλοιον του σπιτιού σου με τας βλεφαρίδας των οφθαλμών μου!
                                                                                                                                     Γ. Βιζυηνός



Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2012

Κατάκοπος πλαγιάζω, ανάπαψη γλυκιά
να βρω για μέλη από πορεία κουρασμένα. 
Μα μόλις στο κορμί μου σταματά η δουλειά,
αρχίζει στο κεφάλι, εργάζονται τα φρένα.

Οι στοχασμοί μου τότε φεύγουν, παν μακριά
με ζήλο στο προσκύνημά σου και κρατάνε
ορθάνοιχτα τα βλέφαρά μου τα βαριά,
που όπως θωρεί ο τυφλός στα σκοτεινά κοιτάνε.

Μα της ψυχής μου η όραση η φανταστική
τη σκιά σου παρουσιάζει στην τυφλή μου θέα
σαν διαμάντι ψηλά στη νύχτα τη φριχτή,
που από μαύρη και γριά την κάνει ωραία και νέα.

Κι έτσι, ημέρα τα μέλη μου, νύχτα τα φρένα
δεν ησυχάζουν από μένα κι από σένα!
27ο σονέτο W. Shakespeare
(μτφρ. Β. Ρώτας, Β. Δαμιανάκου)