Συνολικές προβολές σελίδας

Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2012


"Οθέλος" τού Σαίξπηρ (μτφρ. Β. Ρώτας)

(Η Δυσδαιμόνα κοιμάται στην κρεβατοκάμαρά της. 
Ο Οθέλος, ο άντρας της, μονολογεί πάνω στο σώμα τής
συζύγου του, λίγο πριν τη δολοφονήσει)

ΟΘΕΛΟΣ 
Αυτή 'ν' η αιτία, αυτή 'ν' η αιτία, ψυχή μου· ας μην ειπώ 
τ' όνομά της σε σας, αστέρια αγνά. Αυτή 'ν' η αιτία. 
Μα δε θα χύσω το αίμα της, δε θα πληγώσω 
το δέρμα της το ασπρότερο από χιόνι κι απαλό 
σαν αγαλμάτου αλάβαστρο. Όμως πρέπει να 
πεθάνει, αλλιώς θα ξεγελάσει κι άλλους άντρες. 
Το φως να σβήσω και μετά το φως να σβήσω: 
αν σβήσω εσένα, φλόγας όργανο, μπορώ ξανά 
το πρώτο φως σου να τ' ανάψω, αν μετανιώσω· 
μ' αν μια σε σβήσω εσένα, υπέροχο αριστούργημα 
εξαίσιας πλάσης, πού πια να βρω τη φωτιά 
τού Προμηθέα, για να σου ξαναδώσω ζωή! 
Άμα κόψω το ρόδο, δεν του ξαναδίνω
τη ζωντανή του ορμή, μοιραία θα μαραθεί:
θα το μυρίσω πάνω στο κλαδί. (τη φιλάει)
Ω πνοή μπάλσαμο, που πας σχεδόν να πείσεις 
τη Δικαιοσύνη να τσακίσει το σπαθί της! 
Άλλο ένα κι άλλο ένα. Αν θα 'σαι έτσι νεκρή,
θα σε σκοτώσω και μετά θα σ' αγαπώ.
Ακόμη ένα, αυτό 'ναι και το τελευταίο:
τόσο γλυκό φιλί ποτέ δεν ήταν τόσο 
μοιραίο. Κλαίω αθέλητα, μ' αυτά 'ναι δάκρυα 
σκληρά· είναι η θλίψη τούτη από Θεού, παιδεύει,
γιατί αγαπάει! 
                                   



Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2012


Γρήγορα η ώρα πέρασε· 
μεσάνυχτα κοντεύουν· 
πάει το φεγγάρι, 
πάει κι η Πούλια βασιλέψανε·
και μόνο εγώ κείτομαι εδώ
μονάχη κι έρημη.

Ο Έρωτας που βάσανα μοιράζει,
ο Έρωτας που παραμύθια πλάθει
μού άρπαξε την ψυχή μου 
και την τράνταξε, ίδια καθώς αγέρας 
από τα βουνά χυμάει 
μέσα στους δρυς φυσομανώντας. 
                                         Σαπφώ (μτφρ. Οδ. Ελύτης)